σχέμεν

σχέμεν
σχεῖν, σχέμεν, σχέο: see ἔχω.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σχέμεν — ἔχω check aor inf act (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”